Και αυτό συμβαίνει κάθε μέρα, ένα blues με πιάνει και με κάνει δικό του, με κάνει να νιώθω σαν την πρώτη μέρα που αισθάνθηκα, που έζησα, που ένιωσα τον κόσμο γύρω μου. Ο κόσμος γύρω μου μελαγχολικό, κουρασμένος και παθιασμένος από τη νοσταλγία. Τα βλέμματα, γύρω από το whiskey με μπορντώ αποχρώσεις στις χρυσές σταγόνες που χύνονται στο λαιμό μου. Έτσι δροσερά καταβαίνει η μελωδία, η κίνηση μίας φωνής, εσωτερικής, εξωτικής ψυχής μίας σκέψης, μίας ανάμνησης που σε ενώνει, σε δεσμεύει με τη ζωή που φεύγει. Τον θάνατο τον έχεις βρει, σε ξέρει και τον χαιρετάς, κουνώντας ρυθμικά, ρομαντικά, ονειροπολώντας, το κεφάλι. Χορεύεις μαζί τους, η ζωή και ο θάνατος. Δίψα και whiskey, κάνουν την καρδιά σου... να χάνεται. Πώς; Πώς μία σιτγμή παραβιάζει τους κανόνες της ηθικής, γεμίζει τον κόσμο συναισθήματα και ποτίζει τα στόματα κατανόηση. Ερωτεύονται, υπνοτίζονται βλεφαρίδες ακολουθούν το χορό τους. Σιωπηλά, πίνεις και νιώθεις. Σκέφτεσαι χωρίς τρόπο, απλά πέφτουν οι σκέψεις. Κουνάει παραπέρα
"Ma sarà troppo tardi; ed io me n'andrò zitto tra gli uomini che non si voltano, col mio segreto" - Eugenio Montale