Ir al contenido principal

Blues


Και αυτό συμβαίνει κάθε μέρα, ένα blues με πιάνει και με κάνει δικό του, με κάνει να νιώθω σαν την πρώτη μέρα που αισθάνθηκα, που έζησα, που ένιωσα τον κόσμο γύρω μου. Ο κόσμος γύρω μου μελαγχολικό, κουρασμένος και παθιασμένος από τη νοσταλγία. Τα βλέμματα, γύρω από το whiskey με μπορντώ αποχρώσεις στις χρυσές σταγόνες που χύνονται στο λαιμό μου. Έτσι δροσερά καταβαίνει η μελωδία, η κίνηση μίας φωνής, εσωτερικής, εξωτικής ψυχής μίας σκέψης, μίας ανάμνησης που σε ενώνει, σε δεσμεύει με τη ζωή που φεύγει. Τον θάνατο τον έχεις βρει, σε ξέρει και τον χαιρετάς, κουνώντας ρυθμικά, ρομαντικά, ονειροπολώντας, το κεφάλι. Χορεύεις μαζί τους, η ζωή και ο θάνατος. Δίψα και whiskey, κάνουν την καρδιά σου... να χάνεται. Πώς; Πώς μία σιτγμή παραβιάζει τους κανόνες της ηθικής, γεμίζει τον κόσμο συναισθήματα και ποτίζει τα στόματα κατανόηση.
Ερωτεύονται, υπνοτίζονται βλεφαρίδες ακολουθούν το χορό τους. Σιωπηλά, πίνεις και νιώθεις. Σκέφτεσαι χωρίς τρόπο, απλά πέφτουν οι σκέψεις.

Κουνάει παραπέρα τους γοφούς της, του δείχνει με έναν αργό τρόπο την ελαφρότητα του αρώματός της. Την νιώθει, την ανασαίνει, την χορεύει με τα μάτια, εισπνέει αργά, στο ρυθμό των γοφών της με χρυσές αποχρώσεις, σταγόνες φτάνουν στην ψυχή του αρώματός της, μέσα του. Τη νιώθει, τη χαϊδεύει, στη γραμμή του δέρματός της, ηλεκτρίζεται, δεν την ακουμπάει, ακολουθεί το γαργάλισμα της φαντασίας, το κενό ανάμεσα στο πάθος και στο άγγιγμα. Έτσι τη χαϊδεύει, χωρίς να αγκουμπάει, μαλακά, ντροπαλά, παθιασμένα, συγκρατημένα... πολύ, πολύ συγκρατημένα, υπερβολικά. συγκρατημένα. η ταχυκαρδία πιέζει τα δάχτυλα, η ανάσα βαραίνει, δεν αντέχει. συγκρατημένα την χαϊδεύει με τη σκιά του χεριού του. Και κυματίζονται οι γραμμές τους, το χέρι του, ο γοφός της, χορεύουν ενωμένοι από την επιθυμία. συκγρατημένα. κομμένες ανάσες, κομμένα δέρματα, εκρήξεις στο κάθε χάδι μη καμμένο.